…Αφού χορτάσαμε βόλτες στην Πόθια, την πρωτεύουσα και κύριο λιμάνι της Καλύμνου και περάσαμε ένα ήσυχο ΣΚ στο νησάκι της Τελένδου, είπαμε να «ναυαγήσουμε» για καλοκαιρινό διαλογισμό στην ακριτική Ψέριμο…
Φτάσαμε νωρίς το πρωί με την «παντόφλα» του Μανιά. Αυτό που μας έκανε αμέσως εντύπωση ήταν μια τεράστια ζωγραφιά της ελληνικής σημαίας στην άκρη του λιμανιού και το πόσο ήσυχο και παρθένο ήταν το μέρος. Πριν καν αρχίσουμε την εξερεύνηση για την καλύτερη καβάντζα, δηλαδή το πού θα στήσουμε «ανεπίσημα» τη σκηνή μας, καθίσαμε στο καφέ-μπαρ της Άννας στο λιμάνι αγναντεύοντας το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας και ακούγοντας βαριά ελληνικά. Μερικά παιδιά παίζανε ξέγνοιαστα στην παραλία. Σκεφτήκαμε αμέσως ότι τέτοια ασφαλή μέρη είναι παράδεισος για τα παιδιά. Εδώ η Ελλάδα είναι ακόμη όμορφη, αποφανθήκαμε.
Για είκοσι και μία μέρες και είκοσι νύχτες κυκλοφορούσαμε ξυπόλητοι, θυμόμασταν και τσακωνόμασταν για τα παλιά, σχεδιάζαμε παράλληλα τα καινούρια, μασουλούσαμε τα ροδάκινα από το mini market του νησιού, πίναμε κρύες μπύρες χωρίς να μας πιάνει καθόλου το χανγκόβερ, ενώ καπνίζαμε με ρέγουλο τα τσιγάρα που παραγγέλναμε στον καπετάνιο Δημήτρη του γνωστού καραβιού, που εκτός από επιβάτες εξυπηρετεί τους Ψεριμιώτες μεταφέροντας αγαθά.
Είναι πολύ περίεργο νησί η Ψέριμος. Έχουμε σημειώσει 1.500 περαστικούς τουρίστες από το πρωί, το απόγευμα μένουμε πάνω στο νησί όλοι κι όλοι καμιά 50αριά. Οι ντόπιοι έρχονται από νωρίς εδώ για να ξεχειμωνιάσουν, οι οικογένειες για να βγάλουν τα παιδιά τους παραγάδι και εμείς για να χαζεύουμε τα άστρα με το χέρι στην άμμο…σκεφτόμαστε και χασκογελάμε.
Αυτή την άδολη φιλοξενία των ντόπιων, τις πεντακάθαρες θάλασσες, τη λυτρωτική γαλήνη, τα λουσμένα στον εξαγνιστικό ήλιο πρωινά, τα ειδυλλιακά βράδια υπό το φως του φεγγαριού, τα ζούσαμε καθημερινά στο νησί που παλιότερα το φώναζαν και Κάπαρη. Κάθε πρωί απολαμβάναμε το λιτό πρωινό μας στο Γιώργο και βουρ περπάτημα στα κατσάβραχα για τις πίσω παραλίες μέχρι να φύγουν οι περαστικοί πειρατές (στο εξωτικό Βαθύ των σκαφάτων, κάτω από την Παναγιά Γραφιώτισσα και χωρίς τα απαραίτητα, στα Μαραθώντα – που κατά το παρελθόν κατασκευάζονταν κεραμικά, και στην παραλία Κρεβάτια παρέα μόνο μ’ ένα ψαρά στη μέση της θάλασσας, αλλά και μέχρι τη δύσβατη Γλίστρα ή όποιο βράχο μας έκανε κέφι για βουτιά). Τον Δεκαπενταύγουστο δοκιμάσαμε τα νηστίσιμα ρεβίθια στην αυλή της «Παναγίας Μελαχρινής» που είχαν μαγειρέψει οι γυναίκες της Ψερίμου, χαθήκαμε στις διηγήσεις των νησιωτών για ψάρια και ψαρέματα, και μας βρήκε το πρωί με νωχελικό άραγμα και τα πόδια χωμένα στην άμμο.
Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι όταν κοιμάσαι ελεύθερα στην φύση, και σε ξυπνάνε οι φαγούρες από την αλμύρα ή κάποιο αγουροξυπνημένο τζιτζίκι, θα τη θυμάσαι όπως την πρώτη φορά που έκανες σεξ. Δεν σε νοιάζει τι φοράς, δεν συνεχίζεις τις καθιερωμένες σου συνήθειες. Κάνεις διακοπές από τον εαυτό σου, και ναι, το γουστάρεις.
Οι φίλοι μας φαίνονται να εκπλήσσονται και να γοητεύονται όταν τους μιλάμε για την επίδραση που είχε πάνω μας αυτό το ταξίδι στην Ψέριμο. Ορισμένοι λένε ότι μας ζηλεύουν και ότι εύχονται να μπορέσουν μια μέρα να το ζήσουν κι αυτοί. Αλλά κανένας δεν έχει πάει ακόμη, γιατί κανείς τους δεν είναι έτοιμος να χαρεί την εμπειρία του απλού, να ξεφουσκώσει, να επανέλθει στις κανονικές ανθρώπινες αναλογίες του.
Πρώτη φορά πήγαμε το καλοκαίρι του 2014. Το νησί, όπως όλα τα ωραία μυστικά της Ελλάδας, έχει πάρει ρεύμα τα τελευταία χρόνια. Ίσα που έβρισκες τότε κανένα δωματιάκι να νοικιάσεις, κι αυτό με τις στοιχειώδεις ανέσεις. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει λίγο, τα τελευταία χρόνια έχει ανοίξει ένας Ελληνοαυστραλός κι ένα μεγάλο ξενοδοχείο που βλέπει όλο το λιμάνι, αλλά το νησί - ευτυχώς - δεν έχει χάσει το χρώμα του. Οι περισσότεροι επισκέπτονται το νησί με ιστιοπλοϊκό, παρέα με φίλους. Το νησί δηλαδή παραμένει ένα από τα «μυστικά» των σκαφάτων κι όσων το επισκέπτονται για λίγες ώρες με τα «πειρατικά» της Κω. Μόλις όμως φύγουν οι ημερήσιοι εκδρομείς, κατά το απομεσήμερο, στο νησί απλώνεται μια γλυκιά ηρεμία. Ελάχιστοι τουρίστες περπατούν ξυπόλητοι και το βράδυ γίνονται όλοι μία παρέα με τους ντόπιους.
Και κάθε χρόνο λέμε ότι θα επιστρέψουμε, πιστοί εραστές εκείνου του καλοκαιριού.